Πέθανε ο εμβληματικός σχεδιαστής μόδας Τζόρτζιο Αρμάνι
Σε ηλικία 91 ετών

«Με μεγάλη θλίψη ανακοινώνουμε τον θάνατο του ιδρυτή και δημιουργού και κινητήριας δύναμης της Armani Group. Ο κ. Αρμάνι, όπως τον φώναζαν πάντα με σεβασμό και θαυμασμό οι υπάλληλοι και οι συνεργάτες του, έφυγε ειρηνικά, περιτριγυρισμένος από τους αγαπημένους του. Ακούραστος, δούλευε μέχρι τις τελευταίες του μέρες, αφιερωμένος στην εταιρεία, τις κολεξιόν του και στα project, τα υπάρχοντα και τα μελλοντικά» αναφέρει η ανακοίνωση της εταιρείας.
Στις σελίδες της παγκόσμιας μόδας, λίγα ονόματα κατάφεραν να γράψουν ιστορία με τέτοιο εκτόπισμα, συνέπεια και διαχρονικότητα όπως αυτό του Τζόρτζιο Αρμάνι. Ο Ιταλός δημιουργός που μετουσίωσε την έννοια της κομψότητας σε φιλοσοφία ζωής, έφυγε από τη ζωή αφήνοντας πίσω του μια αυτοκρατορία αξίας δισεκατομμυρίων, αλλά κυρίως ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα σε γενιές ολόκληρες ανθρώπων που έμαθαν να ντύνονται και να στέκονται με αυτοπεποίθηση χάρη σε εκείνον.
Ο θάνατός του σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής, εκείνης όπου η μόδα δεν ήταν απλώς βιομηχανία, αλλά τρόπος ζωής, ένα βλέμμα στον κόσμο μέσα από τον φακό της αισθητικής και της προσωπικής έκφρασης. Και αν σήμερα ο Τζόρτζιο Αρμάνι αναγνωρίζεται δικαίως ως ο σπουδαιότερος και πιο επιτυχημένος Ιταλός σχεδιαστής όλων των εποχών, αυτό δεν οφείλεται μόνο στις αμέτρητες συλλογές του αλλά και στον τρόπο που κατανόησε την ανάγκη του ανθρώπου να νιώθει άνετα, όμορφα και αληθινά μέσα στα ρούχα του.
Ο Τζόρτζιο Αρμάνι γεννήθηκε στις 11 Ιουλίου 1934 στην Πιατσέντζα της Βόρειας Ιταλίας, σε μια οικογένεια μεσαίας τάξης. Ο πατέρας του ήταν λογιστής, κι εκείνος μεγάλωσε σ' ένα περιβάλλον που δεν προδιέθετε για λαμπρή καριέρα στη μόδα. Κι όμως, από πολύ νωρίς διακρίθηκε η έμφυτη περιέργεια και η τάση του να παρατηρεί τις λεπτομέρειες. Το κόψιμο ενός σακακιού, τον τρόπο που πέφτει ένα ύφασμα πάνω στο σώμα.
Αρχικά, ο νεαρός Τζόρτζιο πίστευε ότι η κλίση του βρισκόταν στην ιατρική. Εκανε εγγραφή στην Ιατρική Σχολή και παρακολούθησε τρία έτη σπουδών. Η έλξη προς το ανθρώπινο σώμα, η επιθυμία του να το κατανοήσει και να το φροντίσει, τον ώθησαν σε αυτήν την επιλογή. Ωστόσο, η αδυναμία του ν' αντέξει το αίμα αλλά και οι δυσκολίες της εποχής τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει τις σπουδές.
Η ζωή όμως είχε άλλα σχέδια. Το 1957, ολοκληρώνοντας τη στρατιωτική του θητεία, βρήκε εργασία στο κορυφαίο ιταλικό πολυκατάστημα La Rinascente. Ξεκίνησε ως διακοσμητής βιτρινών, μα πολύ γρήγορα μετακινήθηκε στο ανδρικό τμήμα, όπου ήρθε σε καθημερινή επαφή με ρούχα, υφάσματα, ράφτες και καταναλωτές. Εκεί μπήκε το μικρόβιο. Η μόδα δεν ήταν απλώς μια δουλειά αλλά ο τρόπος με τον οποίο μπορούσε να αφηγηθεί ιστορίες, να προσφέρει άνεση και ταυτόχρονα να αναδείξει την προσωπικότητα του καθενός.
Το μεγάλο βήμα έγινε το 1964, όταν προσχώρησε στον οίκο Cerruti. Ο Nino Cerruti ήταν τότε ένας από τους μεγαλύτερους επιχειρηματίες στον χώρο της υφαντουργίας, και ο Αρμάνι –αν και αυτοδίδακτος– βρήκε το ιδανικό εργαστήριο εκπαίδευσης. Δίπλα του έμαθε τα μυστικά της κοπής, της ραφής, της επιλογής υφασμάτων.
Εκείνη την περίοδο, το υπόβαθρό που είχε στην ιατρική αποδείχθηκε πολύτιμο. Γνώριζε καλύτερα από οποιονδήποτε πώς κινείται το ανθρώπινο σώμα, ποια σημεία χρειάζονται στήριξη και ποια ελευθερία. Έτσι, τα σχέδιά του δεν ήταν ποτέ απλώς όμορφα, αλλά και λειτουργικά. Πάντα με μια εμμονή στην κομψότητα και την απλότητα, αρχές που θα τον καθοδηγούσαν για τις επόμενες δεκαετίες.
Η καθοριστική συνάντηση στη ζωή του ήταν εκείνη με τον Sergio Galeotti, έναν νεαρό αρχιτέκτονα με εμπορικό δαιμόνιο. Ο Galeotti, σύντροφός του και προσωπικά και επαγγελματικά, τον έπεισε το 1973 να ανοίξει το δικό του σχεδιαστικό γραφείο στο Μιλάνο, στην Corso Venezia 37.
Αρχικά, ο Αρμάνι δούλευε ως freelancer για διάφορα brands, αλλά σύντομα άρχισε να ξεδιπλώνει τη δική του φωνή. Το 1975 παρουσίασε την πρώτη του ανδρική συλλογή, ενώ λίγο αργότερα –με κεφάλαιο που προήλθε από την πώληση του αγαπημένου του Volkswagen Beetle– λανσάρει και την πρώτη γυναικεία σειρά.
Το timing ήταν ιδανικό. Οι γυναίκες έμπαιναν μαζικά στο εργατικό δυναμικό και αναζητούσαν ένα κοστούμι που να τις κάνει να αισθάνονται δυνατές αλλά και θηλυκές. Ο Αρμάνι έδωσε λύση. Παντελόνια που αγκάλιαζαν το σώμα, σακάκια που έδιναν κύρος αλλά και άνεση.
Ο ίδιος περιέγραφε συχνά εκείνη την περίοδο. «Όταν άρχισα να σχεδιάζω, οι άντρες ντύνονταν όλοι με τον ίδιο τρόπο. Σαν να φορούσαν στολή. Τα παραδοσιακά ρούχα με καταθλίβουν. Ήθελα να εξατομικεύσω το σακάκι». Αφαίρεσε την εσωτερική επένδυση, χαλάρωσε τη δομή, και το σακάκι μεταμορφώθηκε από αυστηρό ένδυμα σε δεύτερο δέρμα. Αυτή η κίνηση, που φαινόταν μικρή, αποδείχθηκε τεράστια επανάσταση στην ανδρική ένδυση.
Το 1980, ο Αρμάνι έντυσε τον Richard Gere στην ταινία «American Gigolo». Ο κόσμος της μόδας δεν ήταν ποτέ ξανά ο ίδιος. Στην εμβληματική σκηνή όπου ο Gere δοκιμάζει τα κοστούμια του, η κάμερα αναδεικνύει όχι μόνο το σώμα του ηθοποιού αλλά και τη μαγεία του υφάσματος, την απλότητα της γραμμής, τη σαγήνη της επιλογής.
Από εκείνη τη στιγμή, το Χόλιγουντ άνοιξε διάπλατα τις πόρτες του στον Ιταλό δημιουργό. Αμέτρητοι αστέρες επέλεξαν Armani για τις εμφανίσεις τους στο κόκκινο χαλί. Παράλληλα, ο ίδιος καθιέρωσε το λεγόμενο «greige» –μια διασταύρωση γκρι και μπεζ– ως το νέο, διαχρονικό χρώμα της κομψότητας.
Παρά τη διεθνή του αναγνώριση, όσοι τον γνώριζαν μιλούσαν για έναν άνθρωπο γοητευτικό, ευγενικό και γενναιόδωρο. Πολύπλοκος, όπως κάθε ιδιοφυΐα, αλλά με βαθιά ανθρωπιά. Δεν είναι τυχαίο ότι αμέσως μετά την επιτυχία του δημιούργησε την Emporio Armani, μια πιο προσιτή συλλογή για το ευρύ κοινό. Πίστευε ότι η μόδα δεν έπρεπε να είναι προνόμιο μιας ελίτ, αλλά δικαίωμα όλων.
«Η πρώτη μου μεγάλη δουλειά ήταν με τον Αρμάνι. Πηγαίνω και βλέπω μια ουρά με μοντέλα από όλο τον κόσμο που περιμένουν να μπουν για να δουν τον Τζιόρτζιο», θυμάται η Βίκυ Κουλιανού. Όπως εξήγησε, όταν ήρθε η σειρά της να σταθεί μπροστά στον σχεδιαστή, εκείνος εντυπωσιάστηκε από το ύψος της, αλλά και από το ελληνικό όνομά της. «Φτάνει η σειρά μου, δίνω την κάρτα μου και μπαίνω να περπατήσω, και μου κάνει στοπ» πρόσθεσε.
«Μου λέει από πού είσαι; Τι όνομα είναι αυτό;» συνέχισε το μοντέλο, που εξιστόρησε πως όλα τα ρούχα που της έδωσε, της ήταν κοντά. «Μου λέει: "Είναι όλες με τόσο μακριά χέρια και πόδια στην Ελλάδα;". Εννοείται ότι δεν απάντησα ποτέ, ένα νεύμα πρέπει να έκανα».
Ήταν επίσης ο πρώτος που μίλησε ανοιχτά για το πρόβλημα της νευρικής ανορεξίας, αρνούμενος να προσλάβει υπεραδύνατα μοντέλα. Και ο πρώτος που διοργάνωσε επίδειξη υψηλής ραπτικής με ελεύθερη είσοδο, σπάζοντας τα στεγανά μιας κλειστής και συχνά αλαζονικής βιομηχανίας.
Το όνομα Armani έγινε συνώνυμο της πολυτέλειας σε πολλούς τομείς: Emporio Armani, Armani Exchange, Armani Beauty, Armani Casa, Armani Dolci, Armani Fiori, Armani Hotels & Restaurants. Το σημαντικότερο; Όλη αυτή η αυτοκρατορία παρέμεινε ανεξάρτητη.
Σε μια εποχή όπου οι περισσότεροι οίκοι μόδας εξαγοράζονταν από πολυεθνικούς κολοσσούς, ο Armani κράτησε την εταιρεία του ιδιωτική. Το 2005, εγκαινίασε την Giorgio Armani Prive, τη δική του σειρά υψηλής ραπτικής, δίνοντας έμφαση σε ρούχα φτιαγμένα για να φοριούνται και όχι απλώς να εκτίθενται.
Το μυστικό της διαχρονικότητας του Αρμάνι κρύβεται στο μότο του: «Εξέλιξη, όχι Επανάσταση». Δεν ακολουθούσε τυφλά τις τάσεις. Αντίθετα, κάθε σεζόν πρόσθετε ένα μικρό «τσικ» στην τελειότητα. Οι δημιουργίες του δεν προσπαθούσαν να σοκάρουν, αλλά να αναδείξουν την ουσία της κομψότητας. Γι’ αυτό και παραμένουν μέχρι σήμερα διαχρονικές, αναγνωρίσιμες, αγαπημένες.
Ο Τζόρτζιο Αρμάνι υπήρξε δάσκαλος, καινοτόμος, οραματιστής. Έδειξε ότι η μόδα μπορεί να συνδυάζει τη λειτουργικότητα με την αισθητική, την απλότητα με τη μεγαλοπρέπεια. Η επιρροή του είναι η στάση ζωής που μας δίδαξε να επιλέγουμε την κομψότητα της ουσίας έναντι της φθαρτής εντύπωσης. Να χτίζουμε μια εικόνα που μας εκφράζει πραγματικά, χωρίς περιττές υπερβολές.
(Πηγή: ethnos.gr)